Αυτήν τη στιγμή επισκέπτονται τον ιστότοπό μας 155 επισκέπτες και κανένα μέλος

Σήμερα πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα πολλαπλών επιλογών εκδήλωση με θέμα την ενσωμάτωση Δωδεκανήσου στη μητέρα Ελλάδα. Οι καθηγητές Μαρούγκας Γεώργιος, Αγαπητού Καλλιόπη μαζί με μια ομάδα μαθητών ετοίμασαν μια όμορφη σχολική εορτή με προβολή video της εποχής, ποιήματα και ομιλίες. Ο στόχος είναι να μην ξεχνάμε την ιστορία και τους ανθρώπους αυτού του τόπου που μας χάρισαν την ελευθερία που σήμερα ζούμε...

 

Photoflag

 

 ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΩΝ

 

Αφιέρωμα στην Ιστορία, την πορεία και την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου στη μητέρα Ελλάδα.

Η 7η Μαρτίου του 1948 αποτελεί ιστορικό ορόσημο για τα Δωδεκάνησα. Είναι η μέρα που τα νησιά μας γίνονται πλέον αναπόσπαστο κομμάτι της Ελλάδας. Θα ήθελα να κάνω μια ιστορική αναδρομή μέχρι να φτάσουμε στην ενσωμάτωση. Ποια είναι τα Δωδεκάνησα; Τι ιστορία έχουν; Πέρα από την επέτειο και την παρέλαση υπάρχει μια ιστορία. Σ' όλη τη μακραίωνη ιστορία τους, τα Δωδεκάνησα, ακολούθησαν τις τύχες του Ελληνισμού και στα χρόνια της ελεύθερης ζωής και της ακμής του και στα χρόνια της πτώσης και της παρακμής του. Και καμιά δύναμη δεν μπόρεσε να τους αφαιρέσει την εθνικότητα, την ταυτότητά τους, την πνοή την ελληνική. Διατηρήθηκαν ανόθευτα στη ψυχή, μέσα σε δύσκολες και αβάσταχτες καταστάσεις και όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, ενώθηκαν με την ελεύθερη Πατρίδα, τελευταίος κρίκος στην αλυσίδα της εθνικής ολοκλήρωσης, από τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους για να επαληθευτεί ο στίχος του νομπελίστα ποιητή μας, Οδυσσέα Ελύτη:

Ήρθαν ντυμένοι «φίλοι»
Αμέτρητες φορές οι εχθροί μου
Το παμπάλαιο χώμα πατώντας.
Και το χώμα δεν έδεσε ποτέ με τη φτέρνα τους.

Όμως για να φτάσουμε στην Ενσωμάτωση και στην 7η Μαρτίου 1948, χρειάστηκαν αγώνες και θυσίες από τον ελεύθερο ελληνικό λαό, αλλά και από τον επί πολλά χρόνια (περίπου 7 αιώνες) σκλαβωμένο δωδεκανησιακό λαό.

Τα Δωδεκάνησα είναι το σύνολο των νησιών και νησίδων, ανάμεσα στη Σάμο, την Κρήτη και τα μικρασιατικά παράλια. Παρότι το όνομα της περιοχής αναφέρεται σε δώδεκα νησιά, υπάρχουν 18 κατοικημένα νησιά, η Ρόδος , η Κως , η Κάρπαθος, η Κάλυμνος, η Αστυπάλαια, η Κάσος, η Λέρος, η Νίσυρος, η Πάτμος, η Σύμη, η Τήλος, η Χάλκη, το Καστελόριζο, οι Λειψοί, η Ψέριμος, το Αγαθονήσι, οι Αρκοί, η Λεβίθα και άλλα νησιά.

Ιπποτοκρατία

Οι «Ιππότες της Ρόδου» όπως ονομάστηκαν, κράτησαν τη Ρόδο για δυο αιώνες και περισσότερο (1309-1522). Κατέλαβαν και τα γύρω νησιά Χάλκη, Σύμη, Τήλο, Κω, Κάλυμνο και Λέρο και στα χρόνια τους η Ρόδος αποτέλεσε προμαχώνα του χριστιανικού κόσμου ενάντια στην τουρκική πλημμυρίδα.

22 Δεκεμβρίου 1522. Tό συμβούλιο του τάγματος αποφάσισε την παράδοση της πόλης πετυχαίνοντας όμως ευνοϊκούς όρους για τούς ιππότες και τούς κατοίκους της πόλης. Ο μέγας μάγιστρος παρουσιάσθηκε στο σουλτάνο του φίλησε το χέρι και αποχώρησε με τούς γενναίους πολεμιστές του. Ύστερα από περιπλανήσεις στη Μεσόγειο, οι ιππότες του τάγματος 'γιος Ιωάννης θα κατέληγαν στη Μάλτα.

1522-1912 ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ

1912 ? 1913 Η ΠΡΩΤΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΙΤΑΛΟΚΡΑΤΙΑΣ

Μάιος 1912 Mοίρα του ιταλικού στόλου καταλαμβάνει τη Ρόδο και τα λοιπά Δωδεκάνησα στα πλαίσια του ιταλοτουρκικού πολέμου για τη Λιβύη.

28 Απριλίου 1912. Oι Ιταλοί καταλαμβάνουν την Αστυπάλαια και σε ένα μήνα τα υπόλοιπα νησιά.

Οκτώβριος 1912 - Μάιος 1913. Ξεσπά ο Α΄ Βαλκανικός πόλεμος . Πανικόβλητη η Τουρκία από την επίθεση εναντίον της των συνασπισμένων βαλκανικών κρατών, σπεύδει σε διαπραγματεύσεις για τη σύναψη ειρήνης με την Ιταλία.

18 Οκτωβρίου 1912. Υπογράφεται σύμφωνο ειρήνης μεταξύ Ιταλίας και Τουρκίας στη Λοζάνη, σύμφωνα με την οποία η Τουρκία αναγνωρίζει την ιταλική κυριαρχία στη Λιβύη ενώ η Ιταλία δεσμεύεται να επιστρέψει στην Τουρκία τα Δωδεκάνησα. O Βαλκανικός πόλεμος βρήκε τα νησιά διπλωματικά και νομικά ως Τουρκική επαρχία, αλλά κατεχόμενη από την Ιταλία. O ελληνικός στόλος ελευθερώνει όλα τα τουρκοκρατούμενα νησιά του Αιγαίου πλην των Δωδεκανήσων. H Ιταλία εν τω μεταξύ έγινε φιλότουρκη και δεν δέχθηκε να συμμετάσχει στον συνασπισμό των Βαλκανικών κρατών, που μάχονταν για την απελευθέρωσή τους από τον τουρκικό ζυγό.

1923? 1943 Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΙΤΑΛΟΚΡΑΤΙΑΣ

6 Αυγούστου 1923(-1936): Η Ιταλία, προσαρτά, επίσημα πλέον, τα Δωδεκάνησα. Με την κατοχή τους αντισταθμίζει την Αγγλοκρατούμενη Κύπρο στην ισορροπία των μεγάλων δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο. Τα Δωδεκάνησα αποτελούσαν για τους Ιταλούς πλέον κτήση κι όχι απλή αποικία υπάγονταν στο Υπουργείο Εμπορίου και όχι στο Υπουργείο Αποικιών και με μια σχετική αυτονομία που με το μοντέλο ανάπτυξής τους αυτό των μεγάλων δημοσίων έργων, της ανάπτυξης του εμπορίου και του τουρισμού θα λειτουργούσαν ως παράδειγμα της Ιταλικής ισχύς.

9-5-1945 - 31-3-1947 ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ

9 Μαΐου 1945. Αγγλικές δυνάμεις με τμήματα ινδικών ταγμάτων και άνδρες του Ιερού Λόχου αποβιβάζονται στη Ρόδο. Ο λαός της πόλης και των χωριών, κρατώντας ελληνικές σημαίες, τους επιφυλάσσει αποθεωτική υποδοχή. Γίνεται αμέσως η εγκατάσταση των νέων αρχών. Αρχίζει η περίοδος της αγγλοκρατίας στα Δωδεκάνησα. Η περίοδος από τις 9 Μάιου 1945, ημέρα άφιξης των Συμμαχικών Δυνάμεων στη Ρόδο, μέχρι τις 31 Μαρτίου 1947, που εγκαταστάθηκε ο πρώτος Έλληνας στρατιωτικός διοικητής, αντιναύαρχος Περικλής Ιωαννίδης, καταγράφηκε στη δωδεκανησιακή ιστορία ως περίοδος της Αγγλοκρατίας.

Αναλυτικότερα εδώ.

27 Ιουνίου 1946. Στο Παρίσι και στο Συμβούλιο των Υπουργών των Εξωτερικών των τεσσάρων Δυνάμεων, αποφασίζεται να περιέλθουν τα Δωδεκάνησα στην Ελλάδα. Πρόκειται για απόφαση-σταθμό στην πορεία του δωδεκανησιακού λαού προς την ένωσή του με τη μητέρα Ελλάδα.

10 Φεβρουαρίου 1947. Υπογράφεται στο Παρίσι συνθήκη ειρήνης μεταξύ των συμμάχων και των συνασπισμένων Δυνάμεων (και Ελλάδας) και της Ιταλίας, σύμφωνα με την οποία η Ιταλία εκχωρεί στην Ελλάδα με πλήρη κυριαρχία τα νησιά της Δωδεκανήσου και τις παρακείμενες νησίδες.

31 Μαρτίου 1947. Ο Βρετανός διοικητής των συμμαχικών Δυνάμεων Κατοχής Δωδεκανήσου ταξίαρχος Α.Σ. Πάρκερ, παραδίδει τη Στρατιωτική Βρετανική Διοίκηση στον αντιναύαρχο Περικλή Ιωαννίδη. Αρχίζει η μεταβατική περίοδος της Ελληνικής Στρατιωτικής Διοίκησης Δωδεκανήσου.

7 Μαρτίου 1948. Ο βασιλιάς των Ελλήνων Παύλος και η βασίλισσα Φρειδερίκη, μέσα σε φρενίτιδα ενθουσιασμού, φτάνουν στη Ρόδο συνοδευόμενοι από τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Κωνσταντίνο Τσαλδάρη, υπουργούς, στρατιωτικούς και άλλους επισήμους. Επικεφαλής της Κεντρικής Δωδεκανησιακής Επιτροπής, οι πρωτεργάτες του δωδεκανησιακού αγώνα, ο ιατρός από την Κάλυμνο Σκεύος Ζερβός και ο πανεπιστημιακός καθηγητής Μιχαήλ Βολονάκης από τη Σύμη.

O λόγος αυτός εκφωνήθηκε από το συνταξιούχο Λυκειάρχη και συγγραφέα κ. Φώτη Βαρέλη, στις 7 Μαρτίου 1988, στο Εθνικό Θέατρο Ρόδου, με την ευκαιρία του εορτασμού της επετείου των 40 χρόνων από την Ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου στη μητέρα Ελλάδα.

Αλλά ήρθε το 1939 και κοντά του το 1940. Ο δικτάτορας παραπάτησε. Γλίστρησε. Λες; είπα στα βαθύτερα της ψυχής μου. Ήρθε ο Οκτώβρης. Μέρες πικρές, μέρες ένδοξες και γενναίες. Ήρθαν τα βαριά χρόνια, και πίσω τους κρυφή και αθώρητη ακολούθησε κι η μεγάλη αυγή τούτης της ημέρας...
Ξέρετε τι είπα όταν άκουσα πως μπορούσα να πάω σε πατρίδα ελεύθερη; Ξέρετε τι είπα; Χρειάζονταν είπα, άραγε, να σπαραχτεί όλη η γη, να σκαφτούν απ' τα θεμέλια και να γίνουν πέτρες σκόρπιες χιλιάδες πολιτείες, να πήξει αίμα ανακατεμένο με χώμα και μάτια και μαλλιά, να γεμίσουν κόκαλα οι κάμποι κι οι ρεματιές... για να ξημερώσει τούτη η μέρα για μένα; Μια λευτεριά, Θεέ μου, πληρωμένη πολύ ακριβά, είπα, πολύ ακριβά. Κι όποιος νομίζει ότι κάτι λέω βαρύ, τον παρακαλώ από το βάθος της μικρής μου καρδιάς να μην το ξεστομίσει. Γιατί εγώ το είδα και το 'ζησα και τ' ομολογώ. Πως ο τρανταγμός αυτός της καταστροφής της γης ολόκληρης με πέταξε ορθό από τον ύπνο μου και μου 'πε Είσαι ελεύθερος. Κράτησε όσο μπορείς, ζήσε, κι αν ζήσεις θα πας σε τόπο ελεύθερο πια.
Έφυγε πάλι ο νους μου. Πήγε πάλι στο χωριουδάκι. Στο σταθμό της αστυνομίας τώρα. Εκεί είναι ένας συνταγματάρχης του στρατού, ο διοικητής του σταθμού της αστυνομίας, και δυο άλλοι αξιωματικοί. Έχουν κολλήσει στον τοίχο μια ζωγραφιά μεγάλων διαστάσεων. Ήταν απ' αυτές που τις έστελνε το κέντρο κάθε τόσο για διαφήμιση των νικών τους στα διάφορα μέτωπα. Την κόλλησαν και την καμάρωναν. Την απολάμβαναν. Έτυχε εκείνη τη στιγμή να κοιτάζουν απ' το παράθυρο. Είδαν να περνάει ένας φτωχούλης χωρικός που τον γνώριζαν πολύ γιατί είχαν μικροεμπορικές συναλλαγές μαζί του και τον πείραζαν. Τους άρεσε να τον ερεθίζουν κι αυτός να τους ξεφεύγει με την ετοιμολογία και την πονηριά του.
Τον κάλεσαν λ.χ. μια μέρα στην αστυνομία επειδή κάποιος τον κατάγγειλε γιατί είπε μπρος στον κόσμο ότι "οι Ιταλοί θα μας κάμουν να περπατάμε ξυπόλυτοι". Του ανέφεραν την καταγγελία, του τόνισαν ότι είχε σοβαρές επιπτώσεις, αλλά του 'παν πως αυτοί δεν το πίστεψαν καθόλου. Δεν ήταν δυνατόν, του είπαν, ένας τόσο λογικός άνθρωπος σαν και σένα να 'λεγε τέτοια βλακεία.
Ο χωρικός όμως τους ξάφνιασε.- Και βέβαια το είπα, τους είπε.- Μα ήταν δυνατό να μην το πω; Πριν να 'ρθετε σεις, τους είπε, θέλαμε διπλές και τριπλές σόλες να διαβούμε τις λάσπες. Σήμερα με τούτη τη γυαλιστερή άσφαλτο τι ανάγκη τα 'χουμε τα ποδήματα; Δεν είναι έτσι καλύτερα; μια και η τσέπη μας δεν σηκώνει; Αυτά και κάτι τέτοια πολλά τους έκαμναν να σπάνε κέφι μαζί του. Καταλληλότερη λοιπόν στιγμή για να απολαύσουν τη ζωγραφιά τους δεν υπήρχε. Τον κάλεσαν λοιπόν και του 'δειξαν τη ζωγραφιά. Και καθώς του την έδειχναν τον ρωτούσαν. - Λοιπόν; Τι έχετε να πείτε τώρα φίλε μας; Ο χωρικός τα 'χασε μόλις την είδε. Ήταν για τα μάτια του κάτι που δεν το σήκωναν.
Η ζωγραφιά παρίστανε έναν εύζωνα, ανάσκελα, με το κεφάλι προς τα πίσω, το στόμα παραμορφωμένο, τα μάτια έξω απ' τις κόγχες τους και πάνωθέ του δυο άγριοι εχθροί οπλισμένοι. Ήταν οι μέρες που τα εχθρικά στρατεύματα είχαν μπει στην Αθήνα.
Ο γερο φτωχούλης δεν μπορούσε να καταλάβει τι του γύρευαν. Πώς άνθρωποι τόσο ψηλά θέλανε να πονέσουν τόσο χαμηλά έναν άνθρωπο της θέσης του. Οι αξιωματικοί τον κοίταζαν καθώς ανάδευε ο αέρας του παραθύρου τις άκρες των μουστακιών του και τ' άσπρα του μαλλιά ανέβαιναν στων αυτιών του το γύρισμα, και κρυφογελώντας σχεδόν αθώα απολάμβαναν το αδιέξοδο του. - Λοιπόν; Τι λέτε; Τον ξαναρώτησαν αρκετά βέβαιοι ότι δεν θα' χε οπωσδήποτε τρόπο να ξεφύγει.
Κι ο ασπρομάλλης μίλησε. "Ζει ακόμα"; είπε. Κι ήταν ο λόγος του, και απάντηση, και ερώτηση, και προσδοκία. Μείνανε όλοι βουβοί και καθώς, βαριά η σιωπή τούς δυσκόλευε, ο χωρικός έκαμε ένα βήμα, ύστερα ένα δεύτερο και βγήκε κι έφυγε τρέχοντας. Στο δρόμο προς το σοκάκι και τον ανήφορο άρχισε μ' όλα του τα δυνατά να τραγουδάει έτσι που αντιλαλούσε όλο το χωριό, σαν που έκαμναν οι γλεντζέδες τη νύχτα.
Μην κλαις το ζωντανό δεντρί που ανεμοχτυπιέται. Σαν μαραθεί ' ναι, να το κλαις, που δεν δροσολογιέται.
Κι ήταν σαν να φώναζε. Ζει εκείνος και ζω κι εγώ και ζει και η γλώσσα μας. Στο γύρισμα του δρόμου και με το τέλος της ανηφόρας έκατσε σε μια πέτρα κι έκλαψε βουβά. Την ίδια στιγμή ο συνταγματάρχης που τα 'κουσε όλα, χωρίς να ξέρει τι λένε, έλεγε σιγανά σαν για τον εαυτό του. "Αυτός είναι ο αιώνιος Οδυσσέας".
Εγώ έζησα. Κι έφθασα κι εγώ στο σπίτι μου. Στο κατώφλι πρώτος ο πατέρας μου άσπρος από τα γηρατειά του και δακρυσμένος, πριν μπω, με ρώτησε. "Ήρτες γιε μου";
Μέσα σ' αυτά πού 'παμε ως τώρα είμαι βέβαιος ότι παρουσιάσαμε αρκετά καλά την εικόνα και του άλλου στοιχείου που συντέλεσε στον ερχομό της ημέρας αυτής. Του στοιχείου που είναι και το ριζιμιό. Είναι η ύπαρξη και η ουσία. Ο Λαός και η ψυχή του λαού τούτου. Γιατί αν η Ένωση με την Ελλάδα, εύρισκε ένα λαό με άλλη θρησκεία, άλλη γλώσσα, άλλους πόθους, θα 'ταν νομίζω σωστό να πούμε: "Η Ελλάδα σαν σύμμαχος των νικητών κέρδισε τα Δωδεκάνησα που ήταν άλλοτε δικά της" ενώ εμείς τι λέμε τώρα; "Τα Δωδεκάνησα κέρδισαν την ελευθερία τους". Ο λαός λοιπόν αυτός που ύστερα από πολλούς αιώνες ενώθηκε με τις ρίζες του τις ξεχασμένες κοντά κι απ' την ιστορία, βγήκε υγιέστατος ψυχικά, ρωμαλεότατος ηθικά και πνευματικά, ανόθευτος στα συναισθήματα και τη γλώσσα του, με πίστη και δύναμη μπρος στα πεπρωμένα του, που δεν διέφεραν καθόλου από την πίστη και δύναμη του άλλου ελληνικού λαού.
Αλλά σας παρακαλώ, ας περάσουμε για μια τελευταία ματιά, από το χωριουδάκι μας. Να δούμε την τελευταία πράξη. Είναι η ώρα ν' αναχωρήσει η αστυνομία. Το λεωφορείο περνάει απ' όλους τους αστυνομικούς σταθμούς των χωριών και τους παραλαβαίνει. Βγαίνει τελευταίος ο διοικητής. Δυο τρεις χωρικοί νεαροί τον εμποδίζουν. Του γαντζώνουν ένα γκαζοντενεκέ να τον σύρει ως το λεωφορείο και τον αναγκάζουν να φωνάξει "Ζήτω η Ελλάδα" στην ελληνική γλώσσα. Ο διοικητής φαντάζει σαν πουλί τρομαγμένο στα χέρια άτακτων παιδιών. Και κοιτάζει γύρω έντρομος. Παίρνει το μάτι του τον γνωστό μας γερο φτωχούλη και καρφώνεται εκεί. Ο χωρικός τον είδε. Και με την ταχύτητα που κλείνει το τσίνορο στο χορταράκι του αέρα, φώναξε. Μη!! Οι χωρικοί σταμάτησαν σαν από διαταγή πούρτεν από τον ουρανό. Ο χωρικός συνέχισε σε άπταιστη ιταλική γλώσσα.
Ο κύριος διοικητής θα φύγει ελεύθερος από τόπο ελεύθερο!!
Και λίγα λεπτά μετά, έλεγε στους συχωριανούς του, πίνοντας τον καφέ του.
"Και τις βρωμιές όταν τις πατάς είσαι συ κύριος και αφέντης πάνωθέ τους. Όμως αν μπορείς έμπα στην εκκλησία!!.." Μετέφερε μ' αυτά τα λόγια στη συνείδηση των φίλων του την πράξη τους να ιδούν πόσο αηδιαστική θα 'ταν ανάμνηση, ντενεκές κουβαλημένος σ' όλη τους τη ζωή. Κι αυτό πότε; Την καλύτερη μέρα της ζωής τους!
Αυτό ήταν το σημερινό μας μάθημα. Για το παρελθόν και τις αρετές των προγόνων μας. Όσο για το μέλλον τούτα τα δυο θα σας πω.
Το ένα είναι: Προσέξετε την ελευθερία μας. Είναι η πρώτη ύλη της ευδαιμονίας του ανθρώπου και ζητάει: Αυτογνωσία, αυτοπειθαρχία, σεβασμό και τιμιότητα στην εργασία μας. Ζητάει αγάπη, ανθρωπιά και δικαιοσύνη.
Το δεύτερο είναι: Προσέξετε τη γλώσσα μας γιατί:
Τίποτε άλλο, πιο ακριβό από τη γλώσσα, δεν κληρονομήσαμε από τους πατεράδες μας. Και τίποτε άλλο, πιο ακριβό από τη γλώσσα, δεν πρόκειται να δώσουμε κληρονομιά στα παιδιά μας. Σ' όλη της την πορεία. Από τις πρώτες της πηγές μέχρι σήμερα. Μέχρι το κάθε σήμερα. Όχι κομμένη από κάποιο σημείο και ύστερα γιατί θα ξεραθεί.
Από κει αντλούμε την ιστορία μας, από κει αντλούμε τις δυνάμεις του έθνους μας, τις δυνάμεις μας.
Ευχαριστώ.

 

 

 

Πρόσθετες πληροφορίες